Health Rodos: Πόσο να κοιμάται το μωρό; Τι να τρώει; Πότε να σταματήσω να τη θηλάζω; Πώς να της μιλήσω για τα συναισθήματά της; Πόσο να την αφήνω να θυμώνει; Τι να κάνω με τις οθόνες;
Έψαχνα απαντήσεις παντού: σε άρθρα, σε podcasts, σε reels, σε ομάδες στο Facebook. Και πάντα κάποιος ήξερε καλύτερα από μένα. Κάποιος με έκανε να αισθανθώ ότι κάτι δεν κάνω σωστά. Ότι δεν φτάνω. Το internet δεν φταίει που υπάρχει. Το πρόβλημα είναι ότι του δώσαμε τη θέση της εσωτερικής μας φωνής.
Η στιγμή που είπα «ως εδώ»
Θυμάμαι τη μέρα που έσβησα την εφαρμογή του TikTok. Είχα δει πέντε βίντεο στη σειρά με «ειδικούς» και μαμάδες που πρότειναν τρόπους για να γίνεις πιο παρούσα, πιο ήρεμη, πιο οργανωμένη. Ένα από αυτά έλεγε ότι κάθε παιδί χρειάζεται τουλάχιστον τρεις ώρες την ημέρα «αδιάσπαστης προσοχής». Έκλεισα το κινητό και ένιωσα ένα σφίξιμο στο στομάχι.
Εγώ δεν τις είχα αυτές τις ώρες. Δούλευα, μαγείρευα, έτρεχα. Και όταν καθόμουν, το μυαλό μου ακόμα έτρεχε. Είχα φτάσει στο σημείο να νιώθω ενοχή επειδή ήθελα να μείνω πέντε λεπτά μόνη. Και τότε με ρώτησε η κόρη μου: «Μαμά, γιατί είσαι συνέχεια κουρασμένη»;
Δεν ήμουν απλώς κουρασμένη. Ήμουν εξαντλημένη. Από τη σύγκριση, από τις λίστες με τα «πρέπει», από την προσπάθεια να γίνω η μητέρα που έβλεπα στα social media και που δεν ήμουν. Εκείνη τη μέρα κατάλαβα πως κάτι πρέπει να αλλάξει. Όχι στο πρόγραμμά μου. Στη σκέψη μου. Στην πηγή απ’ όπου παίρνω πια οδηγίες.
Το ένστικτο δεν είναι εναλλακτική, είναι θεμέλιο
Μεγαλώσαμε μαθαίνοντας να αμφισβητούμε το ένστικτό μας. Να ζητάμε επιβεβαίωση, να ψάχνουμε σωστές απαντήσεις, να αποφεύγουμε το «νιώθω». Ειδικά οι γυναίκες. Ειδικά οι μητέρες.
Κι όμως, όταν άρχισα να ακούω το ένστικτό μου, κατάλαβα πράγματα που κανένα άρθρο δεν μου είχε πει. Κατάλαβα πότε η κόρη μου χρειάζεται αγκαλιά και πότε χρειάζεται όριο. Πότε να επιμείνω και πότε να κάνω πίσω. Πότε να πω «όχι» και πότε να χαμογελάσω και να της πω «πάμε να το φτιάξουμε μαζί».
Δεν ήταν θεωρία. Ήταν πράξη. Ήταν παρατήρηση. Ήταν η σχέση μας.
Άφησα στην άκρη τις «σωστές φράσεις» και μίλησα όπως νιώθω. Δεν την αντιμετώπισα σαν «παιδί» που πρέπει να το καθοδηγήσω, αλλά σαν άνθρωπο που μεγαλώνει δίπλα μου, μαζί μου. Και η σχέση μας έγινε πιο αληθινή, πιο ήρεμη. Όχι γιατί βρήκα τη μαγική λύση. Αλλά γιατί βρήκα τον δικό μου ρυθμό. Τον δικό μας ρυθμό.
Δεν απορρίπτω τη γνώση, απορρίπτω την πίεση
Δεν σταμάτησα να διαβάζω. Δεν σταμάτησα να ρωτάω ειδικούς. Αλλά έπαψα να τους αφήνω να έχουν τον τελευταίο λόγο για το τι σημαίνει «καλή μητέρα». Δεν παίρνω πια συμβουλές που με κάνουν να νιώθω ανεπαρκής. Δεν κυνηγάω το επόμενο trend για «συνειδητή ανατροφή» ή «neurodivergent-friendly επικοινωνία» αν πρώτα δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει για το δικό μας σπίτι.
Κάθε οικογένεια έχει το δικό της σύστημα αξιών, τις δικές της ισορροπίες, τις δικές της ανάγκες. Δεν υπάρχουν συνταγές. Υπάρχουν στιγμές. Και προθέσεις. Και άνθρωποι.
Κάποιες μέρες ξεσπάω. Άλλες λέω πράγματα που μετά μετανιώνω. Αλλά έχω μάθει να ζητάω συγγνώμη. Να διορθώνω. Να μην παριστάνω ότι τα ξέρω όλα. Αυτό που θέλω να δώσω στην κόρη μου δεν είναι μια τέλεια μητέρα. Είναι μια μητέρα αληθινή. Που δεν διαβάζει κάθε απάντηση από το internet. Που δεν μετράει τις πράξεις της με likes και views. Που τη βλέπει, την ακούει και είναι εκεί – όσο μπορεί, όσο αντέχει, όσο ξέρει.
Και αυτό είναι αρκετό. Γιατί είναι δικό μας. Δεν είναι trend.
πηγή: mama365.gr